χορηγίς

χορηγίς
χορηγ-ίς, ίδος, ,
A woman-choragus, title of a Comedy by Alexis.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • χορηγίς — ίδος, ἡ, Α βλ. χορηγός …   Dictionary of Greek

  • χορηγός — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 700 μ.), στην πρώην επαρχία Βοΐου, του νομού Κοζάνης. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (8 τ. χλμ.). * * * ο, ΝΜΑ, και δωρ. τ. χοραγός, θηλ. χορηγίς, ίδος, Α 1. (στην αρχ. Αθήνα) εύπορος πολίτης ο οποίος κατέβαλλε την δαπάνη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”